Είμαι μαθητής του 1930 (Γράφει η Κων/να Κατσιγιάνννη)



Ναύπακτος, 13 Μαρτίου 1937

Αγαπητό ημερολόγιο,
    Πραγματικά δεν ξέρω τι να κάνω πλέον. Αρχικά το παραδέχομαι, δεν διάβαζα. Αλλά τώρα έχω βελτιωθεί, μέχρι εκεί που φτάνει το ξερό μου πάντα! Προκειμένου να γλιτώσω τη βέργα και όλα όσα ακολουθούν, θα έκανα τα πάντα! Και αυτό κάνω εδώ που τα λέμε, αλλά από εκείνο το περιστατικό ο δάσκαλος με έχει βάλει στο μάτι. Το όνομά μου είναι γραμμένο πρώτο-πρώτο στον κατάλογό του, κάθε μέρα, σε όλα τα μαθήματα. Χτες, λοιπόν, κάναμε θρησκευτικά ..
-Χριστοδουλάτος! γκάριξε ο δάσκαλος.
-Μμάλιστα, κύριε, ψέλλισα εγώ.
-Όρθιος εις τον πίνακα να πεις μάθημα .. ΑΚΟΜΑ ΕΚΕΙ ΕΙΣΑΙ?
-Μάλιστα, κύριε,! είπα και σηκώθηκα άρον-άρον από την καρέκλα και από το φόβο μου μήπως βγάλει βέργα, βιάστηκα, σκόνταψα πάνω στο πόδι του θρανίου και σωριάστηκα φαρδύς πλατύς χάμω. Τέτοια ντροπή δεν έχω ξανανιώσει. Χτύπησα και τα γόνατά μου, αλλά δεν είχα χρόνο να σκεφτώ τον πόνο. Όλη η τάξη έμπηξε τα γέλια. Γύρισα προς τη μεριά του δασκάλου να δω, αλλά ευτυχώς ήταν αρκετά μακριά για να μου επιτεθεί. Τα μάτια του όμως πέταγαν σπίθες. Τι θα τράβαγα ο δόλιος ..
-ΣΚΑΣΜΟΣ! Φώναξε ο δάσκαλος και με μιας όλοι ησύχασαν. Σήκω πάνω, καραγκιόζη! Πρόσταξε κι αυτό έκανα. Είχε έναν υποτιμητικό τόνο στη φωνή του.
    Ύστερα άρχισε να με βομβαρδίζει με ερωτήσεις πάνω στο μάθημα, "τον καλό Σαμαρείτη». Όλα σωστά τα απάντησα και απορούσα με τον εαυτό μου. Έφταιγε το κατηχητικό που πήγαινα χρόνια τώρα ή μήπως το διάβασμα που είχα ρίξει χτες? Κανείς δεν ξέρει.
-Μπράβο, Σπυρίδων, κάθισε κάτω, είπε ο δάσκαλος. Εγώ τρελά ενθουσιασμένος και περήφανος γύρισα να κάτσω στη θέση μου, παίρνοντας ένα αυτάρεσκο ύφος, για να ξεπληρώσω τα ρεζιλίκια της τούμπας.
   Πριν όμως προλάβω να καθίσω, ακούω πάλι τον δάσκαλο:
-Για να δω και τι ξέρεις εκτός μαθήματος! Απάντα μου σε μία απλή ερώτηση, ποιος μαθητής πρόδωσε τον Ιησού?
Αφηρημένος όπως ήμουν απάντησα κι εγώ:
-Ο Ιωάννης κύριε! Και προχώρησα προς την θέση μου. Τότε ένιωσα τα βλέμματα όλων των συμμαθητών μου καρφωμένα στον δάσκαλο. Γύρισα και εγώ να τον κοιτάξω με τρόμο ενώ ένιωθα τον κρύο ιδρώτα στο σβέρκο μου. Και τι να δω? Μόνο αφρούς δεν έβγαζε από το στόμα. Σαν ταύρος που βλέπει το κόκκινο πανί, δηλαδή εμένα, και ετοιμάζεται για την μοιραία σύγκρουση.
   Άρπαξε την βέργα και ήρθε τρέχοντας σχεδόν προς το μέρος μου.
-Εμπαίζεις τον Θεόν? Μου λέει και το πρόσωπό του ήταν τόσο κοντά στο δικό μου, που μπορούσα ξεκάθαρα να διακρίνω κάποιες πράσινες φλέβες πίσω από το ρυτιδιασμένο του μέτωπο. Σκέψου, Σπύρο, έλεγα από μέσα μου. Σκέψου, σκέψου, σκέψου. Αλλά το μυαλό μου είχε κολλήσει και το μόνο που σκεφτόμουν ήταν το πόσο θα είχε μεγαλώσει η συλλογή από τις πληγές στην παλάμη μου όταν θα γυρνούσα σπίτι.
-Όοχι, κύριε, απλά .. δεν θυμάμαι .. ψέλλισα ..
-Δεν θυμάσαι?? Θα σε κάνω εγώ να θυμηθείς! Και πριν καταλάβω τι γινόταν, ή μάλλον ήξερα πολύ καλά, ο δάσκαλος με έπιασε από το αυτί, με έσυρε μέχρι την πόρτα, με έσπρωξε πάνω της μου έριξε δύο κλωτσιές και μερικές με την βέργα στα πισινά.
-Μήπως θυμήθηκες τώρα? Με ρώτησε με κοροϊδευτικό ύφος, αν και ήμουν σίγουρος ότι θα ήθελε να με χτυπάει για πολύ ακόμα.
   Τότε το βλέμμα μου έπεσε πάνω στο Θανάση και διαβάζοντας τα χείλη του απάντησα:
-Ιούδας! Ο Ιούδας πρόδωσε τον Ιησού!
-Μπράβο! Φώναξε ο δάσκαλος, άνοιξε την πόρτα και με μία δυνατή κλωτσιά με πέταξε έξω.
   Αυτή την φορά δεν ένιωσα καθόλου ντροπή. Είμαι σίγουρος ότι η ντροπή δεν ανήκει σε μένα. Στο κάτω-κάτω άνθρωπος είμαι και ήταν μια άτυχη στιγμή! Τόσες σωστές απαντήσεις έδωσα και σε σχέση με άλλες ημέρες τα πήγαινα πολύ καλύτερα! Άλλωστε αυτός δεν ήταν ο λόγος που τις έφαγα τη πρώτη φορά? Για να κάτσω να στρωθώ στο διάβασμα, για να μάθω. Και αυτό έκανα. Γιατί λοιπόν τιμωρούμαι πάλι και χειρότερα αυτή την φορά? Πολύ αχάριστος ο δάσκαλός μας ..
    Εγώ, όπως και κάθε μαθητής, πιστεύω πως οι δάσκαλοι θα έπρεπε να είναι πολύ διαφορετικοί. Να χρησιμοποιούν μεθόδους που να μας κάνουν να αγαπήσουμε το μάθημα (όσο γίνεται) χωρίς να αναγκαζόμαστε να διαβάζουμε επειδή φοβόμαστε είτε την βέργα του είτε το βαρύ τους χέρι. Έτσι το μάθημα χάνει την ουσία του και το διάβασμα πλέον έχει ως μόνο κίνητρο το να γλιτώσουμε το ξύλο και όχι να αποκτήσουμε γνώσεις.
   Τέλος οι δάσκαλοι, μέσω των γνώσεων και της εμπειρίας τους θα έπρεπε να μας διδάσκουν, κάνοντας το μάθημα πιο ευχάριστο, χωρίς διακρίσεις και εξαθλίωση μπροστά στους συμμαθητές μας. Έτσι θα ήθελα εγώ και κάθε μαθητής πιστεύω να είναι το σχολείο του. Άλλωστε δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην θέλει να αποκτήσει γνώσεις στη ζωή του.
                                                                                   Ο φίλος σου, Σπύρος.
 


Δεν υπάρχουν σχόλια: